Κατηγορία:Ρήματα (νέα ελληνικά)
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
![]() |
Παρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού. {{ρηματική φωνή}} στους παθητικούς τύπους (που δεν είναι αποθετικά). Είναι ρηματικοί τύποι που στο εξής θα εμφανίζονται στην Κατηγορία:Ρηματικές φωνές. |
Γλώσσα: Νέα ελληνικά » Γραμματικές κατηγορίες » Ρήματα ««« |
Υποκατηγορίες
Αυτή η κατηγορία έχει την ακόλουθη υποκατηγορία, από 19 συνολικά.
(προηγούμενη σελίδα) (επόμενη σελίδα)Τ
Σελίδες στην κατηγορία "Ρήματα (νέα ελληνικά)"
Αυτή η κατηγορία περιέχει τις ακόλουθες 200 σελίδες, από 10.406 συνολικά.
(προηγούμενη σελίδα) (επόμενη σελίδα)Κ
- κραταιώνω
- κρατιέμαι
- κρατικοποιούμαι
- κρατικοποιώ
- κρατούμαι
- κρατύνω
- κρατώ
- κραυγάζω
- κρεβατώνομαι
- κρεβατώνω
- κρέμαμαι
- κρεμάω
- κρεμιέμαι
- κρεμνώ
- κρέμομαι
- κρέμουμαι
- κρεμώ
- κρένω
- κρεουργώ
- κρεοφαγώ
- κρεπάρομαι
- κρεπάρω
- κρημνίζω
- κρηπιδώνω
- κρησαρίζω
- κριθαρίζω
- κριματίζω
- κριμπατσώνω
- κρίνομαι
- κριντζάρω
- κρίνω
- κριτικάρω
- κριτσανίζω
- κροσάρω
- κροσσάρω
- κροταλίζω
- κροτώ
- κρουνελιάζω
- κρουσταλλιάζω
- κρουστοϋφαίνω
- κρούω
- κρύβομαι
- κρύβω
- κρυολογώ
- κρυπτογραφώ
- κρύπτομαι
- κρύπτω
- κρυσταλλιάζω
- κρυσταλλώνω
- κρυφακούω
- κρυφογελώ
- κρυφοκαίω
- κρυφοκαμαρώνω
- κρυφοκοιτάζομαι
- κρυφοκοιτάζω
- κρυφοκοιτάω
- κρυφοκοιτιέμαι
- κρυφοκοιτώ
- κρυφομιλώ
- κρυφοσμίγω
- κρυώνω
- κρώζω
- κστω
- κτενίζω
- κτερίζω
- κτηματογραφώ
- κτηνοβατώ
- κτίζω
- κτυπάω
- κτυπιέμαι
- κτυπώ
- κτώμαι
- κυβερνάω
- κυβερνώ
- κυβεύω
- κυβίζω
- κυκλοφορώ
- κυκλώνομαι
- κυκλώνω
- κυλάω
- κυλιέμαι
- κυλινδρίζω
- κυλινδρώνω
- κυλινδώ
- κυλίω
- κυλώ
- κυμαίνομαι
- κυματίζω
- κυμβαλίζω
- κυνηγάω
- κυνηγιέμαι
- κυνηγώ
- κυνηγῶ
- κυοφορώ
- κύπτω
- κυριαρχώ
- κυριεύομαι
- κυριεύω
- κυριολεκτώ
- κυριολεχτώ
- κυρτώνω
- κύρω
- κυρώ
- κυρώνομαι
- κυρώνω
- κυττάζω
- κωδικοποιώ
- κωδωνίζω
- κωδωνοκρούω
- κωλοβαράω
- κωλοβαρώ
- κωλοκάθομαι
- κωλοτρίβομαι
- κωλύομαι
- κωλυσιεργώ
- κωλύω
- κωλώνω
- κωπηλατώ
- κωφεύω
- κωχεύω
- κωχιάζω
Λ
- λαβαίνω
- λαβώνω
- λαγαρίζω
- λαγγεύω
- λαγιάζω
- λαγκάρω
- λαγκουνίζω
- λαγνοκοιτώ
- λαγοθηρώ
- λαγοκοιμάμαι
- λαδομπογιαντίζω
- λαδομπογιατίζω
- λαδώνω
- λαθεύω
- λαθρακιάζω
- λαθρακούω
- λαϊκίζω
- λακάρω
- λακάω
- λακίζω
- λακτίζω
- λακώ
- λακωνίζω
- λαλάω
- λαλώ
- λαμβάνω
- λαμινάρω
- λάμνω
- λαμπαδιάζω
- λαμπίζω
- λαμπικάρω
- λαμποκοπάω
- λαμποκοπώ
- λαμπρύνω
- λαμπυρίζω
- λάμπω
- λαναρίζω
- λανθάνω
- λανσάρω
- λαντουρώ
- λαξεύω
- λαπαδιάζω
- λαρυγγίζω
- λασάρω
- λασκάρω
- λασπιάζω
- λασπολογώ
- λασπώνω
- λατινίζω
- λατομεύω
- λατομώ
- λατρεύω
- λαφιάζω
- λαφυραγωγώ
- λαχαίνω
- λαχανιάζω
- λαχταρίζω
- λαχταρώ
- λεβάρω
- λέγομαι
- λέγω
- λεηλατούμαι
- λεηλατώ
- λειαίνω
- λειοτριβώ
- λείπω
- λειτουργιέμαι
- λειτουργούμαι
- λειτουργώ
- λειχηνιάζω
- λειχουδεύομαι
- λείχω
- λειώνω
- λεκιάζω
- λεξιθηρώ
- λεξικογραφώ
- λεονταρίζω
- λεπταίνω
- λεπτολογώ