μονήρης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό |
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό |
||
Γραμμή 4: | Γραμμή 4: | ||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[μονήρης]] |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[μονήρης]] |
||
==={{επίθετο|el}}=== |
==={{επίθετο|el}}=== |
||
{{τ|el|{{PAGENAME}}|μονήρης}}, |
{{τ|el|{{PAGENAME}}|μονήρης}}, '''' '''''' |
||
* που είναι [[μοναδικός]], [[μοναχικός]] ή [[απομονωμένος]] |
* που είναι [[μοναδικός]], [[μοναχικός]] ή [[απομονωμένος]] |
||
: '''''μονήρης''' οίκος'' (''απομονωμένο σπίτι'') |
: '''''μονήρης''' οίκος'' (''απομονωμένο σπίτι'') |
Αναθεώρηση της 01:08, 3 Ιουνίου 2018
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | μονήρης | η | μονήρης | το | μονήρες |
γενική | του | μονήρους* | της | μονήρους | του | μονήρους |
αιτιατική | τον | μονήρη | τη | μονήρη | το | μονήρες |
κλητική | μονήρη(ς) | μονήρης | μονήρες | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | μονήρεις | οι | μονήρεις | τα | μονήρη |
γενική | των | μονήρων | των | μονήρων | των | μονήρων |
αιτιατική | τους | μονήρεις | τις | μονήρεις | τα | μονήρη |
κλητική | μονήρεις | μονήρεις | μονήρη | |||
* Και προφορικός τύπος σε -η στη γενική ενικού αρσενικού ή και θηλυκού | ||||||
Κατηγορία όπως «πλήρης» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
- μονήρης < αρχαία ελληνική μονήρης
Επίθετο
αρσενικό ή θηλυκό γένος: ο, η μονήρης (el), ουδέτερο γένος: το μονήρες (el)
- που είναι μοναδικός, μοναχικός ή απομονωμένος
- μονήρης οίκος (απομονωμένο σπίτι)
- μονήρης όρχις (πάθηση)